αραιωτικό

αραιωτικό
το
Verdünner m

Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αραιωτικός — ή, ό αυτός που συντελεί στην αραίωση: Το πιο πρόχειρο αραιωτικό για τα υγρά είναι το νερό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”